Λέξη: διαβιβαστής

Σχετικές λέξεις: διαβιβαστής

διαβιβαστής πυροβολικού, ειδικότητα διαβιβαστής, οδηγός διαβιβαστής

Συνώνυμα: διαβιβαστής

πρωτεργάτης, αποστολεύς, πομπός, μεταδότης, μεταβιβαστής

Μεταφράσεις: διαβιβαστής

διαβιβαστής στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
transmitter, forwarder, messenger, Router, a transmitter

διαβιβαστής στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
emisor, transmisor, promotor, expedidor, reenviador, promotor de, redireccionador

διαβιβαστής στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
absender, zeichengeber, sendeanlage, sender, Spediteur, Forwarder, Weiterleitung, Spediteurs

διαβιβαστής στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
transmetteur, émetteur, expéditeur, réalisateur, transitaire, porteur, redirecteur, transporteur

διαβιβαστής στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
mittente, trasmittente, trasmettitore, spedizioniere, forwarder, inoltro, d'inoltro, di inoltro

διαβιβαστής στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
expedidor, encaminhador, transitário, remetente, reencaminhador

διαβιβαστής στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
verzender, afzender, expediteur, forwarder, de expediteur, expediteur van, de expediteur van

διαβιβαστής στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
отправитель, радиопередатчик, передатчик, трансмиттер, экспедитор, экспедитора, Форвардер, экспедитором, форвардера

διαβιβαστής στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
sender, avsender, forwarder, speditør, speditøren, lass

διαβιβαστής στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
skotare, skot, skotaren, speditören, speditör

διαβιβαστής στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
lähetin, lähettäjä, huolitsija, kuormatraktori, kuormatraktorin, kantoauto, -kuormatraktori

διαβιβαστής στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
speditør, speditøren, forwarder, udkørselsmaskine, disponent

διαβιβαστής στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vysílač, odesílatel, dopravce, forwarder, vyvážecí souprava, vyvážecí, harvestor

διαβιβαστής στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
nadajnik, przekaźnik, spedytor, forwarder, ekspedytor, przesyłania dalej

διαβιβαστής στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
átadó, adóállomás, előmozdító, kihordó, szállítmányozó, továbbító, forwarder

διαβιβαστής στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
gönderen, forwarder, iletici, bir iletici, nakliyeci

διαβιβαστής στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
радіопередавач, відправник, передатчик, передавач, експедитор

διαβιβαστής στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
forwarder, forwarder e

διαβιβαστής στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
предавател, експедитор, спедитор, дробилка за клони, дробилка, изпращача

διαβιβαστής στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
экспедытар

διαβιβαστής στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
andur, ekspediitor, forvarderi, ekspedeerija, forwarder, ekspediitori

διαβιβαστής στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
radiostanica, mikrofon, špediter, otpremnik, forvarder, Prijevozničke, Prijevozničke tvrtke

διαβιβαστής στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
framsendingar, framsendar, fyrir framsendar

διαβιβαστής στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
ekspeditorius, forwarder, siuntėjas, ekspeditoriaus, ekspeditorių

διαβιβαστής στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
raidītājs, ekspeditors, ekspeditoram, ekspeditoru, forvarders

διαβιβαστής στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
спедитор, пренасочувач, шпедитер, шпедитерот, за шпедитерот

διαβιβαστής στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
transmiţător, expeditor, forwarder, expeditor de, transportor, expeditii

διαβιβαστής στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
odpravnik, špediter, špedicijsko, dostavljalec, forvarder

διαβιβαστής στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
dopravcu, dopravca, dopravcov, prepravcu, prepravca
Τυχαίες λέξεις