Odpuzující στα ελληνικά
Μετάφραση: odpuzující, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απωθητικός, αντιπαθητικός, απωθητικό, απωθητική, απωθητικές, απώθησης, απωθητικά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- odpuzovat στα ελληνικά - απωθούν, αποκρούσει, απωθήσουν, αποκρούουν, απώθηση
- odpuzování στα ελληνικά - απέχθεια, αποστροφή, απόκρουση, απώθηση, απώθησης
- odpuštění στα ελληνικά - συγχώρηση, χάρη, συγχωρώ, ύφεση, συγχώρεση, συγχώρεσης, τη συγχώρεση, ...
- odpykat στα ελληνικά - εξιλεώνομαι, εξαργυρώνω, εξαγοράσει, εξαργυρώσετε, εξαργυρώνουν, εξαργυρώσουν
Τυχαίες λέξεις
Odpuzující στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απωθητικός, αντιπαθητικός, απωθητικό, απωθητική, απωθητικές, απώθησης, απωθητικά
Μεταφράσεις: απωθητικός, αντιπαθητικός, απωθητικό, απωθητική, απωθητικές, απώθησης, απωθητικά