Omšelý στα ελληνικά

Μετάφραση: omšelý, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τετριμμένος, κοινότυπος, ασήμαντος, κακής ποιότητος, τετριμμένη, τετριμμένο, corny, σαχλές
Omšelý στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • omývat στα ελληνικά - πλένω, πλύνω, λούζομαι, πλύσιμο, πλύση, πλύσης, πλύσεως, ...
  • omývání στα ελληνικά - νίψιμο, πλύση, πλύσιμο, νήψη, δύναμη κάθαρσης, έκπλυσις
  • ona στα ελληνικά - αυτή, εκείνη, που, ότι, που της
  • onanie στα ελληνικά - αυνανισμός, ο αυνανισμός
Τυχαίες λέξεις
Omšelý στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τετριμμένος, κοινότυπος, ασήμαντος, κακής ποιότητος, τετριμμένη, τετριμμένο, corny, σαχλές