Opravňovat στα ελληνικά
Μετάφραση: opravňovat, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ένταλμα, δικαιολογώ, τιτλοφορώ, δικαιώνω, το δικαίωμα, δικαίωμα, εξουσιοδοτούν, δίνει το δικαίωμα, παρέχουν το δικαίωμα
Μεταφράσεις
- opravovat στα ελληνικά - σωστός, διορθώνω, επισκευή, αναστηλώνω, επισκευάζω, ρυθμίζω, αποκαθιστώ, ...
- opravář στα ελληνικά - επισκευαστής, επισκευαστή, επισκευαστών, repairman
- oprašovat στα ελληνικά - σκόνη, σκόνης, Η σκόνη, Dust, τη σκόνη
- oprostit στα ελληνικά - παραδίδω, εκφωνώ, ανακούφιση, ανακουφίσει, ανακουφίσουν, την ανακούφιση, ανακούφιση από
Τυχαίες λέξεις
Opravňovat στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ένταλμα, δικαιολογώ, τιτλοφορώ, δικαιώνω, το δικαίωμα, δικαίωμα, εξουσιοδοτούν, δίνει το δικαίωμα, παρέχουν το δικαίωμα
Μεταφράσεις: ένταλμα, δικαιολογώ, τιτλοφορώ, δικαιώνω, το δικαίωμα, δικαίωμα, εξουσιοδοτούν, δίνει το δικαίωμα, παρέχουν το δικαίωμα