Osvětlení στα ελληνικά
Μετάφραση: osvětlení, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φωτισμός, φωτισμού, φωτισμό, το φωτισμό, διατάξεων φωτισμού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- epocha στα ελληνικά - σκηνοθετώ, ηλικία, στάδιο, διάστημα, ώρα, φορά, σκηνή, ...
- interpelace στα ελληνικά - επερώτηση, επερώτησης
- manikér στα ελληνικά - μανικιουρίστα, μανικιούρ, μανικιουρίστ, μανικιουρίστας, ονυχοκόμος
- montérky στα ελληνικά - συνολικός, γενικός, ολόσωμα, ποδιά, φόρμα, σαλοπέτα, φόρμα πάνω στην, ...
Τυχαίες λέξεις
Osvětlení στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φωτισμός, φωτισμού, φωτισμό, το φωτισμό, διατάξεων φωτισμού
Μεταφράσεις: φωτισμός, φωτισμού, φωτισμό, το φωτισμό, διατάξεων φωτισμού