Επιλεκτικός στα αγγλικά

Μετάφραση: επιλεκτικός, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
selective, selectivity, selectively, a selective
Επιλεκτικός στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επιλεκτικός

επιλεκτικός επίπεδος ηλιακός συλλέκτης, επιλεκτικός συλλέκτης τιτανίου, επιλεκτικός ορισμός, επιλεκτικός συλλέκτης τιμες, επιλεκτικός συνώνυμο, επιλεκτικός λεξικό γλώσσας αγγλικά, επιλεκτικός στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • επικός στα αγγλικά - epic, the epic, epic poet
  • επιλέγω στα αγγλικά - choose, select, I choose, I select, Go to airline
  • επιληπτικός στα αγγλικά - epileptic, moonstruck, an epileptic, epilepsy, are an epileptic
  • επιληψία στα αγγλικά - epilepsy, epileptic
Τυχαίες λέξεις
Επιλεκτικός στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: selective, selectivity, selectively, a selective