Příloha στα ελληνικά

Μετάφραση: příloha, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνοδεία, παράρτημα, εσώκλειστο, προσάρτημα, περίφραγμα, συμπληρώνω, συμπλήρωμα, μάντρα, περίφραξη, παραρτήματος, το παράρτημα, του παραρτήματος, παράρτη
Příloha στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aeroplán στα ελληνικά - αεροπλάνο, αεροπλάνου, του αεροπλάνου, αεροπλάνων
  • jmenovitý στα ελληνικά - ονομαστικός, ονομαστικής, ονομαστική, ονομαστικό, ονομαστικές
  • kantáta στα ελληνικά - καντάτα, καντάτας, cantata, καντάδας, καντάτα του
  • listr στα ελληνικά - lustring
Τυχαίες λέξεις
Příloha στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνοδεία, παράρτημα, εσώκλειστο, προσάρτημα, περίφραγμα, συμπληρώνω, συμπλήρωμα, μάντρα, περίφραξη, παραρτήματος, το παράρτημα, του παραρτήματος, παράρτη