Προσάρτημα στα τσεχικά
Μετάφραση: προσάρτημα, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
přívěšek, doložka, dodatek, příloha, apendix, doplněk, připevnění, upevnění, přílohu, obstavení
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προσάρτημα
προσάρτημα βυθιζόμενης φρέζας (335), προσάρτημα ισολογισμού υποδειγμα, προσάρτημα αγγλικά, προσάρτημα mini saw (670), προσάρτημα επε, προσάρτημα λεξικό γλώσσας τσεχικά, προσάρτημα στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- προς στα τσεχικά - vedle, ku, až, k, vůči, na, podle, ...
- προσάναμμα στα τσεχικά - troud, hubka, tinder
- προσέγγιση στα τσεχικά - přístup, blížení, přistoupit, postup, přiblížení, přiblížit, příchod, ...
- προσήλωση στα τσεχικά - píle, žádost, přihláška, upotřebení, pozornost, program, prosba, ...
Τυχαίες λέξεις
Προσάρτημα στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: přívěšek, doložka, dodatek, příloha, apendix, doplněk, připevnění, upevnění, přílohu, obstavení
Μεταφράσεις: přívěšek, doložka, dodatek, příloha, apendix, doplněk, připevnění, upevnění, přílohu, obstavení