Penis στα ελληνικά
Μετάφραση: penis, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στέλεχος, μέλος, κόκορας, πετεινός, πέος, πέους, το πέος, του πέους, πεών
Μεταφράσεις
- elektrizace στα ελληνικά - εξηλεκτρισμός, ηλεκτροδότηση, ηλεκτροκίνησης, ηλεκτροδοτήσεως, την ηλεκτροδότηση
- idyla στα ελληνικά - ειδύλλιο, Idyll, ειδυλλίου, ειδυλλιακή, ειδύλλιο του
- obsazený στα ελληνικά - γεμάτος, ολικός, πλήρης, μεστός, κατειλημμένος, καταλαμβάνεται, κατεχόμενα, ...
Τυχαίες λέξεις
Penis στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στέλεχος, μέλος, κόκορας, πετεινός, πέος, πέους, το πέος, του πέους, πεών
Μεταφράσεις: στέλεχος, μέλος, κόκορας, πετεινός, πέος, πέους, το πέος, του πέους, πεών