Λέξη: παπικός

Σχετικές λέξεις: παπικός

παπικός λεγάτος

Συνώνυμα: παπικός

αρχιερατικός

Μεταφράσεις: παπικός

παπικός στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
popish, papal, pontifical

παπικός στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
papal, Papa, pontificia, pontificio, del Papa

παπικός στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
päpstlich, päpstlichen, päpstliche, Papst, Papstes

παπικός στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
papal, papale, pape, pontificale, du pape

παπικός στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
papale, pontificio, pontificia, papa, del Papa

παπικός στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
papal, pontifício, papa, pontifícia, do papa

παπικός στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
pauselijk, pauselijke, de pauselijke, paus, papal

παπικός στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
папский, папистский, папской, папская, папское, папского

παπικός στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
pavelig, pavelige, pave, pavens, pavemaktens

παπικός στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
påve, påvliga, påvlig, påvligt, påvens

παπικός στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
paavillinen, paavin-, papal, paavillisia, paavilliseen

παπικός στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
pavelig, pavelige, pavens, paveligt, det pavelige

παπικός στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
papežský, papal, papežské, papežská, papežskou

παπικός στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
klerykalny, papieski, papieska, papieskiej, papieskie, papieskim

παπικός στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
pápai, pápa, a pápai, papal

παπικός στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
papaya ait, papalık, papal, Papa'nın, papa

παπικός στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
папський, папського

παπικός στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
papnor, papale, papës, papnore, papes

παπικός στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
папски, папския, папската, папското, папско

παπικός στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
папскі, Папская, Папскую, Папскай, выніковы

παπικός στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
paavsti-, paavsti, paavstlik, Rooma paavsti, paavstliku

παπικός στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
papski, papinski, Papinsko, Papinska, papinsku

παπικός στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Papal

παπικός στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
popiežiaus, popiežius, popiežių, papal, pontifikato

παπικός στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
pāvesta, Papal

παπικός στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
папската, папскиот, папските, папски, папска

παπικός στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
papal, papală, papale, papala, Papei

παπικός στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
papal, papeški, papeška, Papež, papeževa

παπικός στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
pápežský, pápežskej, pápežským, pápežského
Τυχαίες λέξεις