Plánovat στα ελληνικά

Μετάφραση: plánovat, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σχέδιο, σχεδιάζω, πρόγραμμα, προτείνω, σχεδιασμός, προγραμματίζω, σχεδίου, προγράμματος, το σχέδιο
Plánovat στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • agregát στα ελληνικά - συσσωμάτωμα, συνολικός, σύνολο, συνολικό, συνολική, συνολικά
  • egoismus στα ελληνικά - εγωισμός, ιδιοτέλεια, φιλαυτία, εγωισμό, εγωισμού, τον εγωισμό, ο εγωισμός
  • kvést στα ελληνικά - λουλούδι, ανθίζω, ανθώ, κραδαίνω, άνθος, ακμάζω, άνθηση, ...
  • magazín στα ελληνικά - περιοδικό, εφημερίδα, χαρτένιος, χαρτί, περιοδικού, το περιοδικό, περιοδικών, ...
Τυχαίες λέξεις
Plánovat στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σχέδιο, σχεδιάζω, πρόγραμμα, προτείνω, σχεδιασμός, προγραμματίζω, σχεδίου, προγράμματος, το σχέδιο