Prorokovat στα ελληνικά
Μετάφραση: prorokovat, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προλέγω, προβλέπω, προφητεύω, προφητεύουν, prophesy, προφήτευσε, προφητεύει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- diskriminovat στα ελληνικά - διακρίσεις, διάκριση, εισάγουν διακρίσεις, εισάγει διακρίσεις, κάνουν διακρίσεις
- fascinace στα ελληνικά - γοητεία, γοητείας, τη γοητεία, γοητεία που, ενθουσιασμός
- kritika στα ελληνικά - αναθεωρώ, κατακρίνω, παρατήρηση, κριτική, ανασκόπηση, μομφή, ψέγω, ...
- melasa στα ελληνικά - μέλασσα, μελάσσας, μελάσα, μελάσας, μελάσες
Τυχαίες λέξεις
Prorokovat στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προλέγω, προβλέπω, προφητεύω, προφητεύουν, prophesy, προφήτευσε, προφητεύει
Μεταφράσεις: προλέγω, προβλέπω, προφητεύω, προφητεύουν, prophesy, προφήτευσε, προφητεύει