Rozcitlivělý στα ελληνικά

Μετάφραση: rozcitlivělý, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συναισθηματικός, συναισθηματική, συναισθηματικό, συναισθηματικές, συναισθηματικούς, συναισθηματικής
Rozcitlivělý στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aklamace στα ελληνικά - επευφημία, βοής, επευφημίες, την επευφημία
  • klesající στα ελληνικά - φθίνουσα, μειώνοντας, μείωση, μειώνεται, τη μείωση
  • loupení στα ελληνικά - λεηλασία, απολύω, ελικοειδής ράβδωση, αυλάκωση, rifling, ράβδωση, ψαχουλεύοντας
  • nadout στα ελληνικά - εξογκώνω, φουσκώνω
Τυχαίες λέξεις
Rozcitlivělý στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συναισθηματικός, συναισθηματική, συναισθηματικό, συναισθηματικές, συναισθηματικούς, συναισθηματικής