Rozlévat στα ελληνικά
Μετάφραση: rozlévat, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χύνω, πλημμύρα, πλημμύρες, πλημμυρών, πλημμύρας, τις πλημμύρες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ambulantní στα ελληνικά - περιπατητικός, εξωτερικά ιατρεία, στα εξωτερικά ιατρεία, εξωτερικών ασθενών, εξωτερικής παραμονής, εξωτερικούς ασθενείς
- navázat στα ελληνικά - καθιερώσει, δημιουργία, καθιέρωση, καθορίσει, θεσπίσει
- necudnost στα ελληνικά - μουρνταριά, αισχρότητα, αισχρότης, βωμολοχία, αισχρολογία, αισχρολογίας
- nepevný στα ελληνικά - εύθραυστος, επισφαλής, σαθρός, εσφαλμένες, επισφαλών, αβάσιμο
Τυχαίες λέξεις
Rozlévat στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χύνω, πλημμύρα, πλημμύρες, πλημμυρών, πλημμύρας, τις πλημμύρες
Μεταφράσεις: χύνω, πλημμύρα, πλημμύρες, πλημμυρών, πλημμύρας, τις πλημμύρες