Signatární στα ελληνικά
Μετάφραση: signatární, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπογράφων, υπογράφοντα, Υπογράφουσα, Υπογράφουσα Αρχή, υπογραφόντων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- chlípnost στα ελληνικά - πόθος, ασέλγεια, ασέλγειας, τη λαγνεία, λαγνεία, την ασέλγεια
- dřít στα ελληνικά - κόπος, νύξη, κέντρισμα, μόχθος, σκάβω, σαρκασμός, τρίψιμο, ...
- krucifix στα ελληνικά - σταυρός, σταυρό, crucifix, εσταυρωμένος, εσταυρωμένο
- nemotornost στα ελληνικά - αδεξιότητα, αδεξιότητας, clumsiness, την αδεξιότητα, αδεξιότητά
Τυχαίες λέξεις
Signatární στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπογράφων, υπογράφοντα, Υπογράφουσα, Υπογράφουσα Αρχή, υπογραφόντων
Μεταφράσεις: υπογράφων, υπογράφοντα, Υπογράφουσα, Υπογράφουσα Αρχή, υπογραφόντων