Slábnout στα ελληνικά
Μετάφραση: slábnout, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κλίνω, ατονώ, σαπίζω, μαρασμός, ελαττώνομαι, ξεπεσμός, μειώνω, παρακμή, φθορά, κοπάζω, αποδυναμώνομαι, παρακμάζω, αποδυναμώνω, ξεθωριάζει, ξεθώριασμα, fade, εξασθενίζουν, εξασθενίζει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- astrální στα ελληνικά - αστρικός, αστρικό, αστρική, αστρικά, αστρικού
- bidýlko στα ελληνικά - κούρνια, πέρκα, πέρκας, η πέρκα, κούρνιας
- domnění στα ελληνικά - τεκμήριο, τεκμηρίου, υπόθεση, το τεκμήριο, τεκμαίρεται
- konsternovat στα ελληνικά - ανησυχία, τρόμος, κατατρομάζω, τρομάζω, εκφοβίζω, φρίκη
Τυχαίες λέξεις
Slábnout στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κλίνω, ατονώ, σαπίζω, μαρασμός, ελαττώνομαι, ξεπεσμός, μειώνω, παρακμή, φθορά, κοπάζω, αποδυναμώνομαι, παρακμάζω, αποδυναμώνω, ξεθωριάζει, ξεθώριασμα, fade, εξασθενίζουν, εξασθενίζει
Μεταφράσεις: κλίνω, ατονώ, σαπίζω, μαρασμός, ελαττώνομαι, ξεπεσμός, μειώνω, παρακμή, φθορά, κοπάζω, αποδυναμώνομαι, παρακμάζω, αποδυναμώνω, ξεθωριάζει, ξεθώριασμα, fade, εξασθενίζουν, εξασθενίζει