Stínovat στα ελληνικά
Μετάφραση: stínovat, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σκιά, απόχρωση, σκιάς, τη σκιά, απόχρωσης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- devalvace στα ελληνικά - υποτίμηση, υποτίμησης, υποτίμηση του, την υποτίμηση, η υποτίμηση
- hygienik στα ελληνικά - υγιεινός, υγειονομικά, υγειονομικός, υγιεινολόγος
- obojakost στα ελληνικά - αμφιδεξιότητα
- odpuzovat στα ελληνικά - απωθούν, αποκρούσει, απωθήσουν, αποκρούουν, απώθηση
Τυχαίες λέξεις
Stínovat στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σκιά, απόχρωση, σκιάς, τη σκιά, απόχρωσης
Μεταφράσεις: σκιά, απόχρωση, σκιάς, τη σκιά, απόχρωσης