Stojatý στα ελληνικά
Μετάφραση: stojatý, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τίμιος, πεθαμένος, νεκρός, δοκάρι, κάθετος, ακίνητος, όρθιος, κατακόρυφος, κάθετη, κατακόρυφη, κατακόρυφο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- anexe στα ελληνικά - προσάρτηση, προσάρτησης, την προσάρτηση, προσάρτησή, η προσάρτηση
- element στα ελληνικά - εξάρτημα, στοιχείο, συστατικός, στοιχείου, στοιχείων, στοιχεία, το στοιχείο
- nemohoucí στα ελληνικά - ασταθής, ανάπηρος, αναπήρους, ευπαθή άτομα, αδύναμοι
- nepromokavý στα ελληνικά - αδιάβροχος, αδιάβροχο, αδιάβροχη, αδιάβροχα, αδιάβροχες
Τυχαίες λέξεις
Stojatý στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τίμιος, πεθαμένος, νεκρός, δοκάρι, κάθετος, ακίνητος, όρθιος, κατακόρυφος, κάθετη, κατακόρυφη, κατακόρυφο
Μεταφράσεις: τίμιος, πεθαμένος, νεκρός, δοκάρι, κάθετος, ακίνητος, όρθιος, κατακόρυφος, κάθετη, κατακόρυφη, κατακόρυφο