Stoupání στα ελληνικά
Μετάφραση: stoupání, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανάβαση, ανεβαίνω, σκαρφαλώνω, ανάδειξη, ύψωση, ανύψωση, ορειβασία, πίσσα, γηπέδου, αγωνιστικό χώρο, βήμα, βήματος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- nadiktovat στα ελληνικά - υπαγορεύω, υπαγόρευση, υπαγορεύουν, υπαγορεύει, υπαγορεύσει, επιβάλλουν
- nediskrétní στα ελληνικά - ακριτόμυθος, αδιάκριτος, αδιάκριτα, αδιάκριτο, αδιάκριτες, αδιάκριτη
- nepokrytý στα ελληνικά - ανοίγω, ανοιχτός, ανοικτός, εγκαινιάζω, ακάλυπτος, ανοιχτό πάρκινγκ, Ανοιχτό, ...
- oblékat στα ελληνικά - φόρεμα, φορώ, ντύνομαι, ντύνω, το φόρεμα, φορεμάτων, φόρεμά, ...
Τυχαίες λέξεις
Stoupání στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανάβαση, ανεβαίνω, σκαρφαλώνω, ανάδειξη, ύψωση, ανύψωση, ορειβασία, πίσσα, γηπέδου, αγωνιστικό χώρο, βήμα, βήματος
Μεταφράσεις: ανάβαση, ανεβαίνω, σκαρφαλώνω, ανάδειξη, ύψωση, ανύψωση, ορειβασία, πίσσα, γηπέδου, αγωνιστικό χώρο, βήμα, βήματος