Strhnout στα ελληνικά
Μετάφραση: strhnout, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατεδαφίζω, μεταφέρω, μεταφορά, συνεπαίρνω, κρημνίζω, γκρεμίσουμε, γκρεμίσει, γκρεμίσουν, γκρεμιστεί
Μεταφράσεις
- dostupnost στα ελληνικά - διαθεσιμότητα, διαθεσιμότητας, τη διαθεσιμότητα, διάθεση, η διαθεσιμότητα
- kolektiv στα ελληνικά - συλλογικός, ομάδα, ομάδας, την ομάδα, της ομάδας, η ομάδα
- lemovat στα ελληνικά - δεσμεύω, χείλος, δένω, παρυφές, κρόσσι, ρέλι, άκρη, ...
- obložit στα ελληνικά - γαρνιτούρα, γαρνίρισμα, γαρνίρετε, γαρνίρουμε, το γαρνίρισμα
Τυχαίες λέξεις
Strhnout στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατεδαφίζω, μεταφέρω, μεταφορά, συνεπαίρνω, κρημνίζω, γκρεμίσουμε, γκρεμίσει, γκρεμίσουν, γκρεμιστεί
Μεταφράσεις: κατεδαφίζω, μεταφέρω, μεταφορά, συνεπαίρνω, κρημνίζω, γκρεμίσουμε, γκρεμίσει, γκρεμίσουν, γκρεμιστεί