Třpytivý στα ελληνικά
Μετάφραση: třpytivý, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λουσάτος, φανταστικός, έξοχος, λαμπερός, αστραφτερά, gleaming, λαμπερό, στιλβωμένες, αστραφτερό
Μεταφράσεις
- honosnost στα ελληνικά - επιδαψίλευση, μεγαλείο, λαμπρότητα, μεγαλοπρέπεια, το μεγαλείο, αίγλη
- kružítko στα ελληνικά - πυξίδα, διαβήτης, πυξίδες, πυξίδων, τις πυξίδες, πυξίδων που
- nějakou στα ελληνικά - μερικοί, μερικός, λίγοι, κάθε, οποιαδήποτε, οποιοδήποτε, τυχόν, ...
- opilec στα ελληνικά - φέσι, μεθυσμένος, άφθονος, μεθύστακας, μεθυσμένοι, πίνεται, μεθυσμένο, ...
Τυχαίες λέξεις
Třpytivý στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λουσάτος, φανταστικός, έξοχος, λαμπερός, αστραφτερά, gleaming, λαμπερό, στιλβωμένες, αστραφτερό
Μεταφράσεις: λουσάτος, φανταστικός, έξοχος, λαμπερός, αστραφτερά, gleaming, λαμπερό, στιλβωμένες, αστραφτερό