Uspíšit στα ελληνικά

Μετάφραση: uspíšit, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βιάζομαι, επισπεύδω, προβαίνω, δύναμη, τρέχω, επιταχύνω, προχωρώ, βιασύνη, βία, σπεύδω, ορμή, εξαναγκάζω, πρόοδος, προκαταβάλλω, επιταχύνει, επισπεύσει, σπεύδουν, να επιταχύνει
Uspíšit στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • admiralita στα ελληνικά - ναυαρχείο, Admiralty, Ναυαρχείου, ένα ναυαρχείο, ναυαρχία
  • nedostatečně στα ελληνικά - υπό, κάτω από, πλαίσιο, βάσει, στο πλαίσιο
  • opovrhnout στα ελληνικά - περιφρονώ, περιφρονούν, περιφρονεί, περιφρονούμε, καταφρονήσει
  • opovržení στα ελληνικά - περιφρόνηση, περιφρονώ, καταφρόνια, περιφρόνησης, την περιφρόνηση, καταφρόνηση, περιφρόνησή
Τυχαίες λέξεις
Uspíšit στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βιάζομαι, επισπεύδω, προβαίνω, δύναμη, τρέχω, επιταχύνω, προχωρώ, βιασύνη, βία, σπεύδω, ορμή, εξαναγκάζω, πρόοδος, προκαταβάλλω, επιταχύνει, επισπεύσει, σπεύδουν, να επιταχύνει