Vystupující στα ελληνικά

Μετάφραση: vystupující, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαπρεπής, διακεκριμένος, ευδιάκριτος, προεξέχοντα, προεξέχουν, προεξέχει, που προεξέχουν, προεξέχον
Vystupující στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • kulturní στα ελληνικά - πολιτιστικός, πολιτιστική, πολιτιστικής, πολιτιστικών, πολιτιστικές
  • kurie στα ελληνικά - Curia, κουρία, Κουρίας, Κούρια, ιστοσελίδα Curia
  • nenávratný στα ελληνικά - αμετάτρεπτος, αμετάκλητος, ανεπανόρθωτος, ανεπανόρθωτη, ανεπανόρθωτης, αναστρέψιμη, ανεπανόρθωτων
  • nádech στα ελληνικά - απόχρωση, βάμμα, απόχρωσης, χροιά, απ χρωση, χρωματισμός
Τυχαίες λέξεις
Vystupující στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαπρεπής, διακεκριμένος, ευδιάκριτος, προεξέχοντα, προεξέχουν, προεξέχει, που προεξέχουν, προεξέχον