Zaměstnat στα ελληνικά
Μετάφραση: zaměstnat, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καταλαμβάνω, απασχολούν, χρησιμοποιούν, χρησιμοποιεί, απασχολεί, χρησιμοποιήσει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- apostrofa στα ελληνικά - αποστροφή, απόστροφος, απόστροφο, αποστρόφου, την απόστροφο
- bujnost στα ελληνικά - διαχυτικότητα, ζωντάνια, ευθάλεια, οργώσα βλάστηση
- kopírování στα ελληνικά - αντιγραφή, αντίγραφο, αντίτυπο, αντιγραφής, αντιγραφής και, Αντιγραφή
- nepřímo στα ελληνικά - έμμεσα, εμμέσως, έμμεση, έμμεσο
Τυχαίες λέξεις
Zaměstnat στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καταλαμβάνω, απασχολούν, χρησιμοποιούν, χρησιμοποιεί, απασχολεί, χρησιμοποιήσει
Μεταφράσεις: καταλαμβάνω, απασχολούν, χρησιμοποιούν, χρησιμοποιεί, απασχολεί, χρησιμοποιήσει