Zbývat στα ελληνικά

Μετάφραση: zbývat, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παραμένω, ξεκουράζομαι, ησυχασμός, υπόλοιπος, παραμένουν, παραμένει, εξακολουθούν να, εξακολουθούν, παραμείνει
Zbývat στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • frenetický στα ελληνικά - ξέφρενος, ξέφρενη, φρενήρη, φρενήρης, φρενήρεις
  • licoměrník στα ελληνικά - υποκριτής, υποκριτή, υποκριτές, υποκριτικά, υποκρισία
  • motorizace στα ελληνικά - αυτοκίνηση, μηχανοκίνηση, ηλεκτροκίνησης, μηχανοκίνησης, ηλεκτροκίνηση
Τυχαίες λέξεις
Zbývat στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παραμένω, ξεκουράζομαι, ησυχασμός, υπόλοιπος, παραμένουν, παραμένει, εξακολουθούν να, εξακολουθούν, παραμείνει