Zneužívat στα ελληνικά
Μετάφραση: zneužívat, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λοιδορία, βρίζω, αξιοποιώ, καταχρώμαι, κατάχρηση, κατάχρησης, κακοποίησης, κακοποίηση, καταχρήσεων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- hrob στα ελληνικά - τύμβος, καίριος, τάφος, ορυχείο, λάκκος, τάφο, σοβαρές, ...
- humanitářství στα ελληνικά - ανθρωπισμός, ανθρωπισμό, ανθρωπισμού, τον ανθρωπισμό, του ανθρωπισμού
- nudnost στα ελληνικά - κόπωση, ανιαρότητα, νωθρότητα, τη νωθρότητα, θαμπάδα, τη θαμπάδα
- náčinek στα ελληνικά - πατικώνω, συμπιέζω, κομπρέσα, συμπιέσει, τη συμπίεση, συμπιέσετε, συμπιέζει
Τυχαίες λέξεις
Zneužívat στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λοιδορία, βρίζω, αξιοποιώ, καταχρώμαι, κατάχρηση, κατάχρησης, κακοποίησης, κακοποίηση, καταχρήσεων
Μεταφράσεις: λοιδορία, βρίζω, αξιοποιώ, καταχρώμαι, κατάχρηση, κατάχρησης, κακοποίησης, κακοποίηση, καταχρήσεων