Zpráchnivět στα ελληνικά
Μετάφραση: zpráchnivět, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σαπίζω
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- civilní στα ελληνικά - ευπροσήγορος, εμφύλιος, πολιτικής, αστικές, πολιτών, της πολιτικής
- dominovat στα ελληνικά - δεσπόζω, κυριαρχώ, κυριαρχούν, κυριαρχεί, κυριαρχήσουν, κυριαρχήσει, δεσπόζουν
- extrém στα ελληνικά - ακραίος, άκρο, ακραίες, ακραία, ακραίων
- marnivost στα ελληνικά - έπαρση, κενοδοξία, ματαιοδοξία, αλαζονεία, φιλαυτία, ματαιότητα, ματαιοδοξίας, ...
Τυχαίες λέξεις
Zpráchnivět στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σαπίζω
Μεταφράσεις: σαπίζω