Äkillinen στα ελληνικά

Μετάφραση: äkillinen, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ξαφνικός, αιφνίδιος, κοφτός, ξαφνική, αιφνίδια, ξαφνικές
Äkillinen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • karsas στα ελληνικά - αντίθετος, απρόθυμος, στραβός, διστακτικός, ντεμοντέ, παλιομοδίτικο, παλιομοδίτικη, ...
  • kellertävä στα ελληνικά - κιτρινωπός, κιτρινωπό, κιτρινωπή, κιτρινωπού, κιτρινωπά
  • koskeneet στα ελληνικά - συγγενικός, συναφής, ανησυχία, αφορούν, την ανησυχία, ανησυχίες, ανησυχίας
  • laitteita στα ελληνικά - εξοπλισμός, εξοπλισμού, εξοπλισμό, τον εξοπλισμό, του εξοπλισμού
Τυχαίες λέξεις
Äkillinen στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ξαφνικός, αιφνίδιος, κοφτός, ξαφνική, αιφνίδια, ξαφνικές