Annostaa στα ελληνικά
Μετάφραση: annostaa, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δοσολογία, δόση, δόσης, τη δόση, της δόσης, δόσεων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ankkuroida στα ελληνικά - προσδένω, χερσότοπος, κουκέτα, αγκυροβόλιο, ελλιμενισμένα, θέση αγκυροβολίας, θέση ελλιμενισμού
- annos στα ελληνικά - εξάρτημα, κατανέμω, μερίδιο, δοσολογία, χωρίζω, μερίδα, συστατικός, ...
- annostus στα ελληνικά - δοσολογία, δόση, δοσολογίας, δόσης, δόσεως
- annuiteetti στα ελληνικά - πρόσοδος, προσόδου, πρόσοδο, ετήσιας προσόδου, προσόδων
Τυχαίες λέξεις
Annostaa στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δοσολογία, δόση, δόσης, τη δόση, της δόσης, δόσεων
Μεταφράσεις: δοσολογία, δόση, δόσης, τη δόση, της δόσης, δόσεων