Aurinko στα ελληνικά
Μετάφραση: aurinko, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ήλιος, ήλιο, ήλιου, τον ήλιο, στον ήλιο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- auringonpimennys στα ελληνικά - ηλιακή, ηλιακής, ηλιακό, ηλιακών, ηλιακού
- auringonvarjo στα ελληνικά - ομπρέλα, σκίαστρο, σκίαστρα, σκιάδιο, σκιά
- aurinkoinen στα ελληνικά - ηλιόλουστος, Sunny, ηλιόλουστη, ηλιόλουστο, ηλιόλουστες
- autereinen στα ελληνικά - ομιχλώδης, ομιχλώδη, misty, θολό τοπίο, ομίχλη
Τυχαίες λέξεις
Aurinko στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ήλιος, ήλιο, ήλιου, τον ήλιο, στον ήλιο
Μεταφράσεις: ήλιος, ήλιο, ήλιου, τον ήλιο, στον ήλιο