Elimistö στα ελληνικά

Μετάφραση: elimistö, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σώμα, όν, σύστημα, συστήματος, του συστήματος, το σύστημα, συστημάτων
Elimistö στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • elimellinen στα ελληνικά - οργανικός, οργανική, οργανικό, οργανικά, οργανικές
  • eliminointi στα ελληνικά - εξάλειψη, αποβολή, κατάργηση, εξάλειψης, εξάλειψης της
  • elimistön στα ελληνικά - σωματικά, το σώμα, ο οργανισμός, ο φορέας, το όργανο, του σώματος
  • elin στα ελληνικά - όργανο, σώμα, σώματος, οργανισμό, οργανισμός, το σώμα
Τυχαίες λέξεις
Elimistö στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σώμα, όν, σύστημα, συστήματος, του συστήματος, το σύστημα, συστημάτων