Ilme στα ελληνικά

Μετάφραση: ilme, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βλέμμα, όψη, εμφάνιση, ανέχομαι, κοιτάζω, έκφραση, φαίνομαι, ματιά, κοιτάξτε, εξετάσουμε
Ilme στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ilmava στα ελληνικά - ευρύχωρος, κεραία, ευάερος, ευάερα, ευάερο, διαμπερές, ευάερη
  • ilmavirta στα ελληνικά - έκρηξη, η ροή, η ροή του, τη ροή, της ροής, η παροχή
  • ilmeetön στα ελληνικά - λευκός, απαθής, ξύλινος, άγραφτος, άψυχος, κενό, ατάραχος, ...
  • ilmeikäs στα ελληνικά - ζωντανός, γλαφυρός, εκφραστικός, εκφραστική, εκφραστικό, εκφραστικά, εκφραστικές
Τυχαίες λέξεις
Ilme στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βλέμμα, όψη, εμφάνιση, ανέχομαι, κοιτάζω, έκφραση, φαίνομαι, ματιά, κοιτάξτε, εξετάσουμε