Jo στα ελληνικά
Μετάφραση: jo, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ακόμα, ωστόσο, ήδη, έχουν ήδη, που έχουν ήδη, έχει ήδη, που ήδη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- jengi στα ελληνικά - άνθρωποι, άνθρωπος, κόσμος, σπείρα, συμμορία, συμμορίας, συμμοριών, ...
- jippo στα ελληνικά - κυρτός, κολάι, Γίπο
- jogurtti στα ελληνικά - γιαούρτι, γιαουρτιού, το γιαούρτι, γιαούρτης
- johdanto στα ελληνικά - προλογίζω, πρόλογος, σκεπτικό, εισαγωγή, προοίμιο, καθιέρωση, εισαγωγής, ...
Τυχαίες λέξεις
Jo στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ακόμα, ωστόσο, ήδη, έχουν ήδη, που έχουν ήδη, έχει ήδη, που ήδη
Μεταφράσεις: ακόμα, ωστόσο, ήδη, έχουν ήδη, που έχουν ήδη, έχει ήδη, που ήδη