Kun στα ελληνικά
Μετάφραση: kun, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πότε, όταν, όπως, κάποτε, σαν, εφάπαξ, κατά, κατά την
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- kumulatiivinen στα ελληνικά - σωρευτικός, αθροιστικός, σωρευτικές, αθροιστική, σωρευτική, σωρευτικό
- kumuloitua στα ελληνικά - να συσσωρεύονται, να συσσωρεύεται, να συσσωρεύουν, να συσσωρεύσει, να συσσωρεύει
- kundi στα ελληνικά - άντρας, ταίρι, φιλαράκος, τύπος, ζευγαρώνω, συνάδελφος, παιδί, ...
- kuningas στα ελληνικά - ρήγας, βασιλιάς, βασιλιά, king, Ο βασιλιάς, το βασιλιά
Τυχαίες λέξεις
Kun στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πότε, όταν, όπως, κάποτε, σαν, εφάπαξ, κατά, κατά την
Μεταφράσεις: πότε, όταν, όπως, κάποτε, σαν, εφάπαξ, κατά, κατά την