Kypsyä στα ελληνικά

Μετάφραση: kypsyä, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ωριμάζω, βράζω, μεστώνω, ώριμος, ώριμη, ώριμο, ώριμης, ώριμου
Kypsyä στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • kynäillä στα ελληνικά - στυλό, μάντρα, κοινό, δημόσια, δημόσιο, δημόσιων, δημόσιας
  • kypsyys στα ελληνικά - ωριμότητα, λήξη, τη λήξη, ωριμότητας, ληκτότητα
  • kypärä στα ελληνικά - κράνος, πηδάλιο, τιμόνι, κράνους, το κράνος, περικεφαλαία, του κράνους
  • kyrpä στα ελληνικά - ψωλή, Dick, πουλί, πούτσο, το πουλί
Τυχαίες λέξεις
Kypsyä στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ωριμάζω, βράζω, μεστώνω, ώριμος, ώριμη, ώριμο, ώριμης, ώριμου