Λέξη: μεσημβρινός
Σχετικές λέξεις: μεσημβρινός
μεσημβρινός χοληδόχου κύστης, μεσημβρινός ελλάδας, μεσημβρινός βικι, 25ος μεσημβρινός, μεσημβρινός του greenwich, μεσημβρινός του στομάχου, μεσημβρινός προσανατολισμός, ματωμένοσ μεσημβρινόσ, μεσημβρινός του γκρίνουιτς, μεσημβρινός στομάχου
Συνώνυμα: μεσημβρινός
μεσημεριανός, μεσουράνιος
Μεταφράσεις: μεσημβρινός
μεσημβρινός στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
southern, meridian, noonday, noontide, noontime, midday
μεσημβρινός στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
meridional, austral, sur, meridiano, meridiano de, meridianos, meridiana, el meridiano
μεσημβρινός στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
südlich, südländisch, Meridian, Meridians
μεσημβρινός στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
sud, méridional, antarctique, austral, méridien, méridienne, méridien de, méridiens, le méridien
μεσημβρινός στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
meridionale, meridiano, meridiana, meridiani, meridiano di, dei meridiani
μεσημβρινός στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
meridional, sul, austral, meridiano, Meridian, meridianos, meridiano de, meridiana
μεσημβρινός στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
zuidelijk, meridiaan, Meridian, meridianen, hoogste, de meridiaan
μεσημβρινός στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
южный, меридиан, Meridian, меридиана, меридианом, меридиану
μεσημβρινός στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
sørlig, meridian, meridianen, midte, tidens midte
μεσημβρινός στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
sydlig, meridian, meridianen, longitud, längd
μεσημβρινός στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
eteläinen, pituuspiiri, nollameridiaani, pituuspiirille, pituuspiiriä, pituuspiirin
μεσημβρινός στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
søndre, sydlig, meridian, meridianen, meridianer, længdegrad, meridianerne
μεσημβρινός στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
jižní, poledník, poledníku, meridián, poledníkem, meridiánu
μεσημβρινός στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
kraj, południowy, południk, południka, meridian, południkiem, południk biegnący
μεσημβρινός στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
meridián, délkör, délkörök, meridiángyakorlat, meridiánt
μεσημβρινός στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
meridyen, Meridian, meridyeni, meridyeninden
μεσημβρινός στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
південний, меридіан, Меридиан, Мерідіан
μεσημβρινός στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
meridian, kulmim, kulm, meridianit, lulëzim
μεσημβρινός στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
южен, меридиан, меридиана на, меридиан в, меридианната, меридианен
μεσημβρινός στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
мерыдыян, мэрыдыян
μεσημβρινός στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
lõunaosariikide, lõunapoolne, meridiaan, meridiaanini, meridiaani, meridiaanist, geograafilise
μεσημβρινός στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
južne, južnoj, južni, južnog, južnom, meridijan, Meridian, meridijanu, meridijanom, meridijanska
μεσημβρινός στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Meridian, miðjuna
μεσημβρινός στα λατινικά
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
antarcticus, inferus
μεσημβρινός στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
dienovidinis, meridianinis, meridianas, dienovidžio, esantis zenite
μεσημβρινός στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
meridiāns, meridiānu, meridionālu, garuma meridiāns, meridiāns ar
μεσημβρινός στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
меридијан
μεσημβρινός στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
austral, meridional, meridian, meridianul, meridianul de, meridianului, meridiane
μεσημβρινός στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
meridian, poldnevnik, poldnevnika, poldnevniku, meridianov
μεσημβρινός στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
južný, poludník, poludníkom, s poludníkom