Läksyttää στα ελληνικά

Μετάφραση: läksyttää, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μαλώνω, νουθετώ, επίπληξη, διάλεξη, επιτιμώ, κατσαδιάζω, επιπλήττω, διάλεξης, ομιλία, διαλέξεων, διδασκαλίας
Läksyttää στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • läjä στα ελληνικά - στοιβάζω, σωρός, στοίβα, στοιβάδα, ανάχωμα, σωρό, σωρού, ...
  • läksi στα ελληνικά - έφυγα, άφησα, αριστερός, έσβησαν, βγήκε, πήγε έξω, βγήκαν, ...
  • läkähtyä στα ελληνικά - φλομώνω, πνίγω, στραγγαλίζω, ιδρώνω, καυσώνω, εφίδρωσης
  • lämmetä στα ελληνικά - ζεστός, θερμός, ζεστό, ζεστή, ζεστά
Τυχαίες λέξεις
Läksyttää στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μαλώνω, νουθετώ, επίπληξη, διάλεξη, επιτιμώ, κατσαδιάζω, επιπλήττω, διάλεξης, ομιλία, διαλέξεων, διδασκαλίας