Laiho στα ελληνικά

Μετάφραση: laiho, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κόκκος, τρύγος, κουρεύω, δημητριακά, σπυρί, θερίζω, σοδειά, Laiho
Laiho στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • laihduttaa στα ελληνικά - διαιτολόγιο, διατροφή, αδυνατίσετε, να αδυνατίσετε, λεπτό κάτω, μείωση προσωπικού
  • laihdutuskuuri στα ελληνικά - διατροφή, διαιτολόγιο, ruducing
  • laihtua στα ελληνικά - αδυνατίζω, χάσετε, χάσουν, να χάσουν, χάσει, χάνουν
  • laikka στα ελληνικά - τροχός, ρόδα, δίσκος, τροχού, τροχό, τροχών
Τυχαίες λέξεις
Laiho στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κόκκος, τρύγος, κουρεύω, δημητριακά, σπυρί, θερίζω, σοδειά, Laiho