Laikka στα ελληνικά
Μετάφραση: laikka, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τροχός, ρόδα, δίσκος, τροχού, τροχό, τροχών
Μεταφράσεις
- laiho στα ελληνικά - κόκκος, τρύγος, κουρεύω, δημητριακά, σπυρί, θερίζω, σοδειά, ...
- laihtua στα ελληνικά - αδυνατίζω, χάσετε, χάσουν, να χάσουν, χάσει, χάνουν
- laikku στα ελληνικά - βούλα, μέρος, σπυρί, ρανίδα, εντοπίζω, κηλίδα, έμπλαστρο, ...
- laillinen στα ελληνικά - νόμιμος, καθορισμένος, νομικός, νομική, νομικό, νομικά, νομικές
Τυχαίες λέξεις
Laikka στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τροχός, ρόδα, δίσκος, τροχού, τροχό, τροχών
Μεταφράσεις: τροχός, ρόδα, δίσκος, τροχού, τροχό, τροχών