Lainata στα ελληνικά
Μετάφραση: lainata, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παραθέτω, δανείζω, δανείζομαι, καθορίζω, μνημονεύω, αναφέρω, απόσπασμα, quote, παράθεση, Σύναψη του
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- lainaaja στα ελληνικά - δανειζόμενος, οφειλέτης, δανειολήπτη, δανειολήπτης, οφειλέτη
- lainanottaja στα ελληνικά - ο οφειλέτης, ο δανειολήπτης, ο δανειζόμενος, του δανειολήπτη, ο πιστούχος
- lainaus στα ελληνικά - καθορίζω, χωρίο, μνημονεύω, αναφορά, αναφέρω, παραθέτω, παράθεση, ...
- lainausmerkki στα ελληνικά - αποστροφή, ανεστραμμένη, ανεστραμμένο, ανεστραμμένου, ανεστραμμένα, ανεστραμμένες
Τυχαίες λέξεις
Lainata στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παραθέτω, δανείζω, δανείζομαι, καθορίζω, μνημονεύω, αναφέρω, απόσπασμα, quote, παράθεση, Σύναψη του
Μεταφράσεις: παραθέτω, δανείζω, δανείζομαι, καθορίζω, μνημονεύω, αναφέρω, απόσπασμα, quote, παράθεση, Σύναψη του