Lehto στα ελληνικά

Μετάφραση: lehto, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άλσος, Grove, ελαιώνα, δάσος, άλσους
Lehto στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • lehtisalaatti στα ελληνικά - μαρούλι, μαρούλια, μαρουλιού, τα μαρούλια, το μαρούλι
  • lehtiö στα ελληνικά - χάπι, στηρίγματα, φραγμός, μπλοκ, μαξιλάρι, pad, ταμπόν, ...
  • lehtori στα ελληνικά - αναγνώστης, υφηγητής, λέκτορας, καθηγητής, διδάσκοντος, ομιλητής, Λέκτορα
  • lehvistö στα ελληνικά - φύλλωμα, φυλλώματα, φυλλώματος, το φύλλωμα, φύλλα
Τυχαίες λέξεις
Lehto στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άλσος, Grove, ελαιώνα, δάσος, άλσους