Λέξη: ξεθωριάζω

Σχετικές λέξεις: ξεθωριάζω

ξεθωριάζω συνωνυμο, ξεθωριάζω αγγλικα

Συνώνυμα: ξεθωριάζω

μαραίνω, μαραίνομαι, ξεβάφω, θαμπώνω, αμαυρώνω, αποχρωματίζω

Μεταφράσεις: ξεθωριάζω

ξεθωριάζω στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
fade, discolor, tarnish, discolour

ξεθωριάζω στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
marchitarse, despintarse, fade, desvanecimiento, se desvanecen, desvanecen, de fundido

ξεθωριάζω στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
ausblendung, verblassen, Fade, Blend, Blendung

ξεθωριάζω στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
disparaître, passer, flétrir, déteignons, pâlir, dépérir, déteins, déteignent, déteignez, perdre, déteindre, fondu, fondu général du volume, décoloration, évanouissement, fanent

ξεθωριάζω στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
dissolvenza, di dissolvenza, sbiadice, si sbiadice, di fade

ξεθωριάζω στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
desvaneça-se, faculdade, desvanecer, desbotamento, desvaneça, desvanece

ξεθωριάζω στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
vervagen, verbleken, fade

ξεθωριάζω στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
выцветать, увянуть, линять, догорать, утихать, отцветать, замирать, меркнуть, стираться, слинять, вылинять, выцвести, догореть, отмирать, расплываться, отцвести, увядать, исчезают, увядает, исчезать, фейдера

ξεθωριάζω στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
visne, falme, fade, blekner, uttoning, svekkes

ξεθωριάζω στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
vissna, blekna, fade, bleknar, tona, toning

ξεθωριάζω στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kadota, hälventyä, heiketä, häivyttää, haalistua, fade, haalistu, Häivytys

ξεθωριάζω στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
fade, falme, udtoning, Udton

ξεθωριάζω στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
zvadnout, ztrácet, blednout, vadnout, chřadnout, uvadat, mizet, slábnout, vyblednout, fade, vyblednutí

ξεθωριάζω στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
zaniknąć, zamierać, płowieć, blaknąć, zanikać, więdnąć, wypłowieć, wyblaknąć, spłowieć, zwiędnąć, przekwitać, obleźć, zbladnąć, zgasnąć, blaknięcie, na blaknięcie, zaniku

ξεθωριάζω στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
áttűnés, halványodik, halványul, fading, elhalványulnak

ξεθωριάζω στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
karartmak, solmaya, soldurma, solma, solmaz

ξεθωριάζω στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
линяти, зливатися, зливатись, зів'яти, замирати, в'янути

ξεθωριάζω στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
vyshkem, zbehet, zbërdhulet, zhduket, shuhem, fishkem

ξεθωριάζω στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
замирам, увяхвам, избледняват, избледняване, затихването

ξεθωριάζω στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
вянуць, марнець, завядаць, вяне

ξεθωριάζω στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
tuhmuma, kahanema, fade, pimendusest tulemisega, pimendusest tulekuga, närbuma

ξεθωριάζω στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
venuti, iščeznuti, uvenuti, izblijedjeti, izblijediti, fade, izbljeđivanje

ξεθωριάζω στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hverfa, Fade, deyfingu, Birtast, Dofnun

ξεθωριάζω στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
vysti, nuvysti, atžydėti, lepti, išblankti, nusišerti

ξεθωριάζω στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
izbalināt, fade, izbalēšanu, izbalēt, balēt

ξεθωριάζω στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
бледнеат, бледеат, избледи, избледуваат, избледнуваат

ξεθωριάζω στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
decolorare, estompeze, se estompeze, la decolorare, estompare

ξεθωριάζω στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
fade, zbledi, bledenje, na bledenje, pojemanja

ξεθωριάζω στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
zvädnúť
Τυχαίες λέξεις