Lima στα ελληνικά

Μετάφραση: lima, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κοπριά, βόρβορος, ίζημα, στάζω, λάσπη, γλίτσα, βρομιά, κυλώ, φλέγμα, βλέννας, βλέννα, βλέννης, βλέννη
Lima στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • likipitäen στα ελληνικά - σχεδόν, παραλίγο, περίπου, προσέγγιση, κατά προσέγγιση, περίπου το
  • likööri στα ελληνικά - εγκάρδιος, λικέρ, λικέρ που, liqueur, ηδύποτο
  • limittyä στα ελληνικά - επικάλυψη, αλληλεπικάλυψη, επικάλυψης, αλληλοεπικάλυψη, αλληλεπικάλυψης
  • limittää στα ελληνικά - συμπίπτω, επικαλύπτω, συνυφαίνω, συμπεριπλέκω, διάπλεξης, interlace, πεπλεγμένη
Τυχαίες λέξεις
Lima στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κοπριά, βόρβορος, ίζημα, στάζω, λάσπη, γλίτσα, βρομιά, κυλώ, φλέγμα, βλέννας, βλέννα, βλέννης, βλέννη