Λέξη: ράπισμα

Σχετικές λέξεις: ράπισμα

ράπισμα ορισμός, το ράπισμα

Συνώνυμα: ράπισμα

κουτί, κιβώτιο, κιβωτός, θεωρείο, κτύπημα, χαστούκι, γκέτα, αψιμαχία, φιλονικία, ώα οστρέων, σκαμπίλι, φάπα, γεύση, ηχηρό φίλημα, απόπειρα, μπουφές, κυλικείο, γρόνθος

Μεταφράσεις: ράπισμα

ράπισμα στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
spanking, biff, spat, smack, slap, slant

ράπισμα στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
biff, a Biff, de Biff, bife

ράπισμα στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
verhauend, mächtig, Puff, biff, bei biff

ράπισμα στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
tripotée, frottée, fessée, raclée, coup de poing, Biff, de Biff, flanquer un coup de poing

ράπισμα στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
Biff, di Biff

ράπισμα στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
pancada, golpe, sopapo, golpear, biff

ράπισμα στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
sterke slag, Biff, dreun, geklap en, geklap

ράπισμα στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
быстроходный, трепка, быстрый, выволочка, нахлобучка, стукнуть, Биф, Бифф, Biff, сильный удар

ράπισμα στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
BIFF

ράπισμα στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
Biff, smocka, smockan

ράπισμα στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
nyrkinisku, Biff, biffille, isku, iskeä

ράπισμα στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
Biff, gok

ράπισμα στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
výprask, praštit, Biff, pecka, rána, Biffa

ράπισμα στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
lanie, cięgi, szturchać, biff, szturchaniec, Biffa

ράπισμα στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
pofon, biff, a biff -et, biff -et

ράπισμα στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
yumruklamak, Biff, yumruk, yumruk vurmak, Biff'in

ράπισμα στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
прочуханка, стукнути, вдарити, грюкнути, ударити

ράπισμα στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
godas, goditje, godit, Biff

ράπισμα στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
силна плесница, удрям, Биф, силен удар, Biff

ράπισμα στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
стукнуць, стукнуў, ўдарыць

ράπισμα στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
energiline, nüpeldamine, kiire, Löögi, Biff, Nyrkin löök, Löök

ράπισμα στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
jak udarac, Biff

ράπισμα στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Biff

ράπισμα στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
Trinti, Szturchaniec, Belziens, Stiprus smūgis, Szturchać

ράπισμα στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
iesist, belziens, Biff

ράπισμα στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
посилна плесница

ράπισμα στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
Biff, Biff a

ράπισμα στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
Biff, Biff je

ράπισμα στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
výprask, tresnúť, udrieť, praštit, praštiť, buchnúť
Τυχαίες λέξεις