Merkitsevä στα ελληνικά
Μετάφραση: merkitsevä, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σημαντικός, αξιοσημείωτος, σημαντική, σημαντικές, σημαντικό, σημαντικά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- merkintä στα ελληνικά - σημειώνω, σημείωση, ατμόσφαιρα, υποσημείωση, τόνος, σχολιασμός, εγγραφή, ...
- merkitseminen στα ελληνικά - βαθμολόγηση, Σήμανση, σήμανσης, Επισήμανση, Μαρκάρισμα
- merkitsijä στα ελληνικά - σημάδι, συνδρομητής, συνδρομητή, συνδρομητών, συνδρομητού, του συνδρομητή
- merkitty στα ελληνικά - σήμανση, επισημαίνονται, σημειώνονται, σημειώνεται, σηματοδότησε
Τυχαίες λέξεις
Merkitsevä στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σημαντικός, αξιοσημείωτος, σημαντική, σημαντικές, σημαντικό, σημαντικά
Μεταφράσεις: σημαντικός, αξιοσημείωτος, σημαντική, σημαντικές, σημαντικό, σημαντικά