Nostokurki στα ελληνικά

Μετάφραση: nostokurki, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γερανός, γερανού, γερανό, γερανών, του γερανού
Nostokurki στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • nostattaa στα ελληνικά - σπεύδω, διεγείρω, αύξηση, αυξήσει, αυξήσουν, αυξηθεί, την αύξηση
  • nosto στα ελληνικά - ανάδειξη, υψώνω, ανάληψη, ύψωση, ανύψωση, ασανσέρ, αποχώρηση, ...
  • nostolaite στα ελληνικά - γερανός, ανελκυστήρας, ανύψωση, ασανσέρ, ανελκυστήρα, ανύψωσης
  • nosturi στα ελληνικά - γερανός, γρύλος, γερανού, γερανό, γερανών, του γερανού
Τυχαίες λέξεις
Nostokurki στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γερανός, γερανού, γερανό, γερανών, του γερανού