Nurkkaus στα ελληνικά

Μετάφραση: nurkkaus, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εσοχή, γωνία, στριμώχνω, Κόρνερ, Corner, Γωνιακό, Γωνιά
Nurkkaus στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • nurkka στα ελληνικά - εσοχή, στριμώχνω, γωνία, εστία, εστία του, κόρνερ, γωνιά
  • nurkkakunta στα ελληνικά - φατρία, κλίκα, κάντε, κάντε κλικ, κλικ, κλίκας
  • nurkua στα ελληνικά - γκρινιάζω, γκρίνια, γογγύζω, μεμψιμοιρώ, grumble, γκρινιάζουν
  • nurmi στα ελληνικά - γκαζόν, πελούζα, πόα, καταδότης, πρασινάδα, χόρτο, γρασίδι, ...
Τυχαίες λέξεις
Nurkkaus στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εσοχή, γωνία, στριμώχνω, Κόρνερ, Corner, Γωνιακό, Γωνιά