Λέξη: καλότυχος

Σχετικές λέξεις: καλότυχος

βαγγέλης καλότυχος

Συνώνυμα: καλότυχος

τυχερός

Μεταφράσεις: καλότυχος

καλότυχος στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
fortunate, lucky, lucky man, lucky man of

καλότυχος στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
afortunado, dichoso, bienaventurado, suerte, afortunados, la suerte, afortunada

καλότυχος στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
glücklich, Glück, glücklichen, das Glück

καλότυχος στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
propice, heureux, prospère, favorable, bon, chanceux, fortuné, chance, la chance, heureuse

καλότυχος στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
felice, fausto, fortunato, fortunati, fortuna, fortunata, la fortuna

καλότυχος στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
feliz, fortalecer, afortunado, sorte, afortunados, a sorte

καλότυχος στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
gelukkig, geluk, het geluk, gelukkige, fortuinlijke

καλότυχος στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
счастливый, удачливый, благоприятный, удачный, способствующий, повезло, посчастливилось

καλότυχος στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
heldig, lykkelig, heldige, så heldige, så heldig

καλότυχος στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
lycklig, turen, lyckligt lottade, lyckligt, lyckliga

καλότυχος στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
lupaava, onnellinen, onnekas, suotuisa, onnekkaita, onni, onneksi

καλότυχος στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
lykkelig, heldig, heldigt, heldige, så heldig

καλότυχος στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
šťastný, příznivý, štěstí, to štěstí, šťastné

καλότυχος στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
pomyślny, fortunny, szczęśliwy, szczęście, szczęścia, szczęśliwi

καλότυχος στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
szerencsés, szerencsések, szerencsésnek, szerencse

καλότυχος στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
şanslı, şanslıyız, şanslıydı, talihli, şanslı bir

καλότυχος στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
пощастити, сприятливий, вдалий, щастити, щасливий, щаслива, найщасливіший

καλότυχος στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
me fat, fat, fat të, me fat të, fatin

καλότυχος στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
късметлия, щастлив, късмет, щастието

καλότυχος στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
шчаслівы, шчасьлівы

καλότυχος στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
õnnelik, õnn, õnnelikud, vedanud

καλότυχος στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
sretan, sreće, sretni, sreću, sretna

καλότυχος στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
heppinn, lánsöm, gæfu aðnjótandi, þeirrar gæfu aðnjótandi, heppin

καλότυχος στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
prosper, felix, beatus, fortunatus

καλότυχος στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
laimingas, pasisekė, laimė

καλότυχος στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
laimīgs, paveicies, laimi

καλότυχος στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
среќа, среќни, среќен, среќните, среќна

καλότυχος στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
norocos, norocoși, norocosi, de norocos, norocoasă

καλότυχος στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
srečo, srečni, srečen, sreča

καλότυχος στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
šťastný, happy
Τυχαίες λέξεις