Oppisopimusoppilas στα ελληνικά
Μετάφραση: oppisopimusoppilas, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δόκιμος, τσιράκι, μαθητευόμενος, μαθητευόμενο, μαθητευόμενου, μαθητείας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- oppisanasto στα ελληνικά - ορολογία, γλώσσα, ορολογίας, την ορολογία, ορολογία που, της ορολογίας
- oppisopimuskoulutus στα ελληνικά - μαθητεία, μαθητείας, της μαθητείας, τη μαθητεία, αθητείας
- oppisuunta στα ελληνικά - σχολείο, φιλοσοφία, σχολή, School of, σχολής, σχολή του
- oppitunti στα ελληνικά - βαθμολογώ, μάθημα, δελτίο, τάξη, κλάση, μορφή, υπάγω, ...
Τυχαίες λέξεις
Oppisopimusoppilas στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δόκιμος, τσιράκι, μαθητευόμενος, μαθητευόμενο, μαθητευόμενου, μαθητείας
Μεταφράσεις: δόκιμος, τσιράκι, μαθητευόμενος, μαθητευόμενο, μαθητευόμενου, μαθητείας