Pala στα ελληνικά

Μετάφραση: pala, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μερίδα, κομματάκι, νιφάδα, συστατικός, τσιπ, θραύσμα, αποφάγια, φέτα, στοιχείο, εξάρτημα, κομμάτι, τεμάχιο, κίνηση, τεμαχίου, κομματιού
Pala στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • paksusuoli στα ελληνικά - άνω κάτω τελεία, παχέος εντέρου, κόλον, του παχέος εντέρου, άνω και κάτω τελεία
  • paksuus στα ελληνικά - πυκνότητα, πάχος, πάχους, το πάχος, πάχος του, του πάχους
  • palaa στα ελληνικά - καίω, έγκαυμα, κάψει, κάψετε, καίνε, καίγονται
  • palaaminen στα ελληνικά - επάνοδος, επιστρέφω, γυρίζω, επιστροφή, απόδοση, επιστροφής, την επιστροφή, ...
Τυχαίες λέξεις
Pala στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μερίδα, κομματάκι, νιφάδα, συστατικός, τσιπ, θραύσμα, αποφάγια, φέτα, στοιχείο, εξάρτημα, κομμάτι, τεμάχιο, κίνηση, τεμαχίου, κομματιού